
Στα σκρηνσοτ αυτά αντανακλάται η εργαλειοποίηση της φεμινιστικής ρητορικής από τον νεοφιλελευθερισμό που σκοπό έχει την ωραιοποίηση και το ξέπλυμα των κοινωνικών ιεραρχιών, της εκμετάλλευσης και της καταστολής του καπιταλισμού με ταυτοχρονη διαστρέβλωση του νοήματος του φεμινισμού. Στο πλαίσιο αυτό η είσοδος των γυναικών σε ανώτερα ιεραρχικά θέσεις θεωρείται αυτοσκοπός και αξιολογείται αυτόματα ως θετική και άρα οι γυναίκες πολιτικοί -ακόμα και αν είναι συντηρητικές- ή οι γυναίκες αστυνομικοί κρίνονται ως προς τη σωστή κατεύθυνση, αυτή της ισότητας αντρών-γυναικών. Καμία σημασία δεν δίνεται στην ύπαρξη των εξουσιαστικών σχέσων και πολιτικών που ενσαρκωνουν αυτοί οι θεσμοι και κάνουν πράξη οι γυναίκες αυτές ούτε φυσικά στον τρόπο που η αστυνομία, το κράτος, οι κυβερνήσεις παίρνουν ενεργό μέρος στην έμφυλη καταπίεση. Στόχος εδώ θεωρείται οι παραδοσιακά αντρικοί χώροι και θέσεις να στελεχωθούν εξίσου και με γυναίκες ενώ οι θεσμοί και οι θέσεις αυτοί υπονοείται πως είναι πιο δίκαιοι και πιο φιλικοί απλά επειδή τις συμπεριλαμβάνουν.
Το site pame evro γράφει μάλιστα για την 29χρονη αστυνομικό «η νεαρή αστυνομικός αποτελεί την εξαίρεση στον άγραφο κανόνα που συνηθίσαμε μέχρι σήμερα, να βλέπουμε δηλαδή μόνο άνδρες σε αυτές τις θέσεις. Κάπως έτσι… ο κανόνας αυτός σπάει και τέτοιες εικόνες, μας δείχνουν στην πράξη πως οι εποχές άλλαξαν και πλεον οι γυναίκες μπορούν και αξίζουν να έχουν τέτοιες θέσεις.». Η ατομική επιτυχια μιας γυναίκας δηλαδή παρουσιάζεται ως νίκη όλων των γυναικών χωρίς να εξετάζεται αν η γυναίκα αυτή εξυπηρετεί τα δικαιώματα και τα συμφέροντα των γυναικών ως σύνολο. Σπάει για παράδειγμα την ανδρική κυριαρχία μια γυναίκα αστυνομικός που θα πει σε μια κακοποιημένη γυναίκα να γυρίσει σπίτι της? Σπάει την ανδρική κυριαρχία μία γυναίκα πολιτικός που στηρίζει την δολοφονία και τον αποκλεισμό μεταναστριών? Με λίγα λόγια, τι κερδίζει ο φεμινισμός από γυναίκες που συμμετέχουν σε καταπιεστικές πολιτικές και πρακτικές?
Σημαντικό είναι επίσης πως η είσοδος των γυναικών σε τέτοιους χώρους όπως οι κρατικοί θεσμοί, αστυνομία ή και ο στρατός δεν γίνεται με όρους ισότητας προς τους άντρες αλλά αυτές εξακολουθούν να θεωρείται ότι διατηρούν τις «θηλυκές» τους ιδιότητες. Παραμένουν δηλαδή θέαμα προς τέρψη των αντρών που κρίνονται συχνά για την εμφάνισή τους -όπως οι η 29χρονη αστυνομικός που «κλέβει τις εντυπώσεις»- και φροντιστικά υποκείμενα που αναμένεται να φέρνουν στους χώρους που εισέρχονται την υποτιθέμενη έμφυτη γυναικεία ευαισθησία και ενσυναίσθηση. Γι αυτό το λόγο, στο πλαίσιο του στρατού και της αστυνομίας οι γυναικες προορίζονται για συγκεκριμένες δουλειές και ρόλους μένοντας μακριά από τις βαριές «αντρικές δουλειές» και τα πιο επιθετική ή μαχητικά σώματα . Αυτό σημαίνει ότι δεν φτάνουν ποτέ ούτε στα ανώτατα στρώματα της ιεραρχίας ούτε στην πεμπτουσία της αποστολής τέτοιων θεσμών κι έτσι, σε αντίθεση με την υπόσχεση του ρεφορμισμο, δεν είναι σε θέση να αλλάξουν το θεσμό «από μέσα» γιατί παραμένουν πάντα περιφερειακές σε αυτόν. Oι γυναίκες δε θα «εκθηλύνουν» ποτε την αστυνομία (ή τον στρατό), γιατί αν η αν η αστυνομία πάψει να είναι (ηγεμονικά) αρρενωπή, παύει να είναι αστυνομία
Στο άρθρο για την 29χρονη αστυνομικό διαβάζουμε «Ανεξάρτητες, αυτόνομες, χαρισματικές, ευαίσθητες, δυναμικές, ικανές να σηκώσουμε στην πλάτη μας όλα τα βάρη τούτου του κόσμου. Αυτές είμαστε!». Το νέο μοντέλο θηλυκότητας που πλασάρει ο μεταφεμινισμός είναι δηλαδή δυναμική και ικανή, εισέρχεται στη δημόσια σφαίρα και στον ανταγωνιστικό χώρο εργασίας, αλλά εξακολουθεί να έχει την ευαισθησία και την ενσυναίσθηση που παραδοσιακά αποδίδεται στις γυναίκες αλλιώς κρίνεται αρνητικά και πιο αυστηρά σε αυτή τη βάση και όχι στη βάση των ευρύτερων δομών και πολιτικών που αντιπροσωπεύει και υλοποιεί. Έχει αποτύχει δηλαδή ως γυναίκα και όχι πχ ως πολιτικός.
Ο συνδυασμός των παραπάνω καταλήγει στο λεγόμενο purple washing, δλδ την στρατηγική ιδιοποίηση του φεμινιστικού λόγου με σκοπό τη διατήρηση δικρίσεων και συστημικών μορφών καταπίεσης. Ο τρόπος που οι φεμινίστριες θα πρέπει να αντιδρούν σε κάτι τέτοιο είναι αναγνωρίζοντας πως η παρουσία γυναικών δεν σημαίνει ότι ένας χώρος, ένας θεσμός, ένα όργανο γίνεται αυτόματα πιο δίκαιος, φιλικός ή φεμινιστικός και ταυτόχρονα αντιστεκόμενες με κάθε τρόπο στην σεξιστική γλώσσα με την οποία κρίνονται οι γυναίκες αυτές αλλά αντιθέτως δίνοντας έμφαση στα ευρύτερα συστήματα καταπίεσης που αυτές συμμετέχουν.