Γιατί μισώ τη δουλεία -κι όσ@ς προσπαθούν να με πείσουν ότι αυτό δεν είναι φυσιολογικό

Τελευταία σοκάρομαι από τις αντιδράσεις όσων σοκάρονται κάθε φορά που λέω ότι δε θέλω να δουλεύω.  Κάνουν σχεδόν σαν να τους προσβάλλω προσωπικά, σαν να θίγω ένα θέμα ταμπού, σαν και μόνο που ξεστομίζω τέτοιες λέξεις να ρισκάρω την επίκληση κάποιων σκοτεινών δυνάμεων.  Όχι, όχι μου λένε καθησυχαστικά, δεν μισείς να δουλεύεις, μισείς τη δουλειά σου. Ίσως αν αλλάξεις επάγγελμα, εταιρία, οργανισμό, τμήμα, κλάδο, χώρα, ήπειρο να βρεις αυτό που σου ταιριάζει. Και τότε θα σου αρέσει να δουλεύεις.

Μα η δουλειά μου είναι μια χαρά, από τις καλύτερες που θα μπορούσα να βρω. Απλά μισώ να δουλεύω, επιμένω. Εκεί είναι συνήθως που με κοιτάνε με καχυποψία και κάνουν την ερώτηση ματ «και τι  θα ήθελες δηλαδή, να κάθεσαι όλη μέρα?!». Κοιτάξτε, δε θα σας το κρύψω. ΝΑΙ! θα ήθελα πάρα πολύ να κάθομαι όλη μέρα -αν το «κάθομαι» σημαίνει ότι ξεκουράζομαι, κοιμάμαι τις απαραίτητες ώρες, περνάω χρόνο με τις φίλες μου και ός@ς αγαπώ, διαβάζω, γράφω, κοινωνικοποιούμαι, πολιτικοποιούμαι. Και λυπάμα όσους μου κάνουν αυτή την ερώτηση που δεν έχουν καλύτερα πάγματα στη ζωή τους να κανουν.

Τίποτα από αυτά δεν τους συγκινεί όμως. Η δουλειά γι αυτούς είναι κάτι καλό, κάτι που σε ολοκληρώνει, κάτι που σε καταξιώνει, κάτι που πρέπει να κάνεις για το κοινό καλό και όποιος δεν αγαπά τη δουλειά είναι ηθικά ύποπτος. Η οκνηρία άλλωστε συγκαταλέγεται στα επτά θανάσιμα αμαρτήματα το οποίο ομολογώ αποτελεί τεραστία νίκη του λόμπυ των αφεντικών τα οποία συνήθως είναι και αυτοί που δουλεύουν λιγότερο από όλους καθώς έχουν άλλους να δουλεύουν για λογαριασμό τους.

Η δουλειά στον καπιταλισμό θεωρείται ως κάτι εγγενώς καλό ή στην χειρότερη ως αναγκαίο κακό προς την επίτευξη της συλλογικής ευημερίας. Η ειρωνεία είναι πως μεγάλο ποσοστό των θέσεων εργασίας δεν έχουν καμία σχέση με το κοινό καλό αλλά απλά με τα κέρδη των εταιριών, τον μεταξύ τους ανταγωνισμό γιατι το μερίδιο της αγοράς και με την συντήρηση του συστήματος.  Πολλές θέσεις είναι αυτό που ο Graeber αποκαλεί «bullshit jobs», δηλαδή αχρείαστες δουλειές χωρίς κανένα απολύτως ουσιαστικό νόημα που μοιάζουν επινοημένες μόνο και μόνο για να μας κρατάνε απασχολημένες. Αλλά για κάποιο λόγο θεωρείται καλύτερο για την κοινωνία να έχεις μια από αυτές τις ηλίθιες δουλειές από το να μην έχεις καθόλου.

Είναι θλιβερό να βλέπεις  όμως ακόμα και αντικαπιταλιστές να προσυπογραφουν την εργασιακή ηθική λες και αυτή χτίζει χαρακτήρα. Ένας φίλος μου κομμουνιστής που σέβομαι ιδιαιτέρως για τους αγώνες του με ρώτησε πέρσι που δε δούλευα και περνούσα κυριολεκτικά τη καλύτερη χρονιά της ζωή μου «μα δε φοβάσαι ότι θα πάθεις κατάθλιψη?!», αγνοώντας μάλλον τα τεράστια ποσοστά της κατάθλιψης που οφείλονται στο στρες ή την απαξίωση εντός του χώρου εργασίας. Πίσω από αυτή την ερώτηση όμως ελλόχευε και μια ηθική κρίση, ίσως και ένας φθόνος (ένα «ressentiment») με τρόπο που με εγκαλούσε να νιώσω τύψεις που μπορώ να επιβιώνω χωρίς δουλειά. Ε ορίστε λοιπόν, τώρα δουλεύω. Τώρα ξυπνάω κάθε μέρα στις 7.30, ξοδεύω μια ώρα για να φτάσω στη δουλειά μου και εκεί περιμένω στωικά να περάσει το 8ώρο για να φύγω, ακόμα και όταν δεν έχω απολύτως τίποτα να κάνω, με αποτέλεσμα να φτάνω σπίτι εξαντλημένη, πεινασμένη, νυσταγμένη. Ευχαριστημένοι? Είμαι καλύτερος άνθρωπος τώρα? Ανέβηκα στην εκτίμησή σας? Οι αρχαίοι Έλληνες πάντως πίστευαν το ακριβώς αντίθετο. Δεν έτρεφαν καμία εκτίμηση για την δουλειά, πολύ περισσότερο δε τη χειρωνακτική. Ο Σωκράτης έλεγε ότι οι χειρωνακτικοί εργάτες γίνονται κακοί φίλοι και κακοί πολίτες επειδή δεν έχουν χρόνο να εκπληρώσουν τις ευθύνες της φιλίας και της ιδιότητας του πολίτη.

Αν ένα μεγάλο ποσοστό καταθλίψεων οφείλεται στην εργασία, ένα εξίσου μεγάλο ποσοστό προκαλείται από την ανεργία. Όχι όμως -όπως οι οπαδοι της εργασιακής ηθικής θα μας ήθελαν να πιστεύουμε- ως αποτέλεσμα της βαρεμάρας που μπορεί να προκληθεί όταν έχεις όλη τη μέρα για τον εαυτό σου αλλά εξαιτίας του άγχους των απλήρωτων λογαριασμών καθώς και της συλλογικής απαξίωσης των ανέργων ως ΑΠΟΤΥΧΗΜΕΝΩΝ ανθρώπων. Η έννοια της επιτυχίας άλλωστε είναι υπόρητα ταυτισμένη με την έννοια της επαγγελματικής επιτυχίας.

Τόσο πολύ έχω σιχαθεί την ταύτιση μας με την δουλειά που όχι μόνο δεν ρωτάω πλέον τις νέες γνωριμίες αν και πού δουλεύουν αλλά αποφεύγω να απαντήσω όταν ρωτάνε εμένα με αποτέλεσμα κάποιοι να εικάζουν οτί είμαι ασφαλίτισσα. Η δουλειά μου όχι μόνο δε με χαρακτηρίζει αλλά νιώθω ότι με κάνει και ιδιαιτέρως βαρετή. Είναι κυριολεκτικά το λιγότερο σημαντικό, το λιγότερο ενδιαφέρον πράγμα που κάνω όλη τη βδομάδα.  Όταν με ρωτάνε με τι ασχολούμαι λοιπόν προτιμώ να λέω «με τα memes και τον φεμινισμό» ή πως μιλάω για τη δουλειά μου μόνο για να γκρινιάξω.

Ίσως βέβαια να χρησιμοποιώ την αντικαπιταλιστική κριτική ως πρόφαση για να καλύψω την τεμπελιά μου, ίσως είμαι από αυτές που θα προτιμούσαν να παρασιτούν εις βάρος της κοινωνίας τρώγοντας επιδόματα χωρίς να κάνουν απολύτως τίποτα και υιοθετούν κομμουνιστικές ή αναρχικές ιδέες για να εκλογικεύσουν την νωθρότητα τους. Έχετε δει όμως αναρχικ@ να οργανώνουν πάρτυ οικονομικής ενίσχυσης προσφέροντας εθελοντικά την εργασία τους και ώρες ατελείωτες από τη ζωή τους; Αν αναρωτηθήκατε ποτέ «και ποιος θα μαζεύει τα σκουπίδια?» αν η απειλή της πείνας  και των απλήρωτων λογαρισμών δεν αποτελεί το κίνητρο για να κάνει κάποιος αυτές τις ‘ευτελείς’ εργασίες η απάντησή σας ίσως βρίσκεται εκεί: σε όσες κάνουν βάρδια στο μπαρ, στο κουβάλημα, στο μάζεμα σκουπιδιών χωρίς καταναγκασμούς, απλά προς όφελος της κοινότητας που έχουν συνάψει εθελοντικά. Απόδειξη ότι μπορούν να γίνουν πργματάκια χωρίς να είναι «η δουλειά μας».

Μπορεί βέβαια να είμαι όντως τεμπέλα και να προτιμούσα απλά να τρώω τα λεφτά του μπαμπά. Είναι άλλωστε γνωστό ότι βαριέμαι να διαβάσω δεύτερη φορά και να κάνω edit στα ίδια μου τα κείμενα. Ωστόσο γράφω με συνέπεια και διατηρώ σελίδα και site τα οποία ανανεώνω τακτικά εδώ και 7 χρόνια έχοντας περισσότερους followers και καλύτερο engagement ακόμα και από επαγγελματικά ηλεκτρονικά μέσα. Αν το ίδιο ακριβώς πράγμα το έκανα για κάποια εταιρία που  με πλήρωνε, αυτό θα θεωρούταν δουλειά. Αλλά τώρα το κάνω ως χόμπυ και προφανώς δεν αρκεί για να ξεπλύνει από πάνω μου το στίγμα της τεμπελιάς παρόλο που βάζω την ίδια και περισσότερη ενέργεια.

Για να μη θεωρούμαι τεμπέλα θα έπρεπε ο κόπος μου να παράγει κάποιο κέρδος για κάποια εταιρία μέσα στον καπιταλισμό, θα έπρεπε κάποιος να καρπώνεται την υπεραξία της εργασίας μου και ο νεοφιλελευθερισμός να ρουφήξει από μέσα μου κάθε χαρά και αυθορθμητισμό. Εναλλακτικά θα έπρεπε να επιδείξω «επιχειρηματικό πνεύμα» και να βρω τρόπο να μετατρέψω τους followers σε υποψήφιους καταναλωτές διαφημιζόμενων προϊόντων βγάζοντας εισόδημα από τις διαφημίσεις. Από αυτή την άποψη πάντως είναι κάπως ειρωνικό που συχνά με αποκαλούν τεμπέλα στη σελίδα μου άνθρωποι που βρέθηκαν εκεί εξαιτίας της σκληρής δουλειάς που έχω καταβάλει.

Τόσος πολύς κόσμος υποφέρει και μισεί τη δουλειά του, τόσος πολύς κόσμος προσδοκά τα ρεπό του για να νιώσει ο εαυτός του, τόσος πολύς κόσμος μισεί τις Κυριακές γιατί του θυμίζουν τι χάνει, τόσος πολύς κόσμος κυριολεκτικά αρρωσταίνει από το στρες, καταστρέφει τη μέση του ή και σκοτώνεται σε εργατικά ατυχήματα. Γιατί τότε υπάρχουν τόσοι πολλοί που με νουθετούν όταν επιμένω ότι δε θέλω καλύτερη δουλειά αλλά είμαι χαρούμενη μόνο όταν δεν δουλεύω? Μα επειδή αδυνατούν να αποδεχτούν ότι χαραμίζουν τη ζωή τους με αντάλλαγμα τα κόκαλα που τους πετάει ο καπιταλισμός. Γιατί έχουν πειστεί ότι αξίζει η δουλειά τους να  τους απορροφά το χρόνο, την ενέργειά, την υγεία τους αν στο λιγοστό ελεύθερο χρόνο τους μπορούν να καταναλώσουν λίγο περισσότερο. Θεωρούμε καλό deal τις 5 μέρες δουλειά για μία fancy έξοδο το Σάββατο το βράδυ ή τις 4 βδομάδες δουλειά για ένα σαββατοκύριακο σε κάποιο νησί όταν η ζωή μας θα μπορούσε να είναι έτσι ώστε να μην χρειαζόμαστε τόσο απελπισμένα «διακοπές».

Ο ελεύθερος χρόνος βέβαια είναι πολύ λιγότερος από αυτό που μας υποσχέθηκαν ήδη από το σχολείο. Οκτώ ώρες δουλειά, οκτώ ώρες ύπνο, οκτώ ώρες διασκέδαση μας πληροφόρησαν θριαμβευτικά ότι κερδίσαμε. Όμως στο κλασικό anti-work κείμενο «η Κατάργηση της Εργασίας» ο B. Black παρατηρεί «Το μόνο «δωρεάν» (free) στον λεγόμενο ελεύθερο χρόνο είναι ότι δεν κοστίζει τίποτα στο αφεντικό. Ο ελεύθερος χρόνος αφιερώνεται κυρίως στην προετοιμασία για δουλειά, στη μετάβαση στη δουλειά, στην επιστροφή από τη δουλειά και στην ανάκαμψη από τη δουλειά. Ο ελεύθερος χρόνος είναι ευφημισμός για τον ιδιότυπο τρόπο με τον οποίο η εργασία, ως συντελεστής παραγωγής, όχι μόνο μεταφέρεται με δικά της έξοδα από και προς τον χώρο εργασίας, αλλά αναλαμβάνει την πρωταρχική ευθύνη για τη δική της συντήρηση και επισκευή. Ο άνθρακας και ο χάλυβας δεν το κάνουν αυτό. Οι τόρνοι και οι γραφομηχανές δεν το κάνουν αυτό.”

Το ότι η δουλειά αποτελεί αναγκαιότητα για την επιβίωσή μας στον καπιταλισμό είναι η βασική συνθήκη του -γι αυτό άλλωστε μιλάμε για «μισθωτή σκλαβιά». Υπάρχει όμως κάτι πολύ διεστραμμένό όταν καλούμαστε να διακηρύξουμε την αγάπη μας για την σκλαβιά αυτή, να πλειοδοτήσουμε σε δουλοπρέπεια ακόμα και όταν δεν είναι μπροστά το αφεντικό μας. H προσκόλλησή μας στο glorification της δουλειάς είναι απλά slavery with extra steps.

1 thoughts on “Γιατί μισώ τη δουλεία -κι όσ@ς προσπαθούν να με πείσουν ότι αυτό δεν είναι φυσιολογικό

Σχολιάστε